Editorial

Δεν του 'λειψε ο καναπές, του Λευτέρη

  • 08 Φεβρουαρίου 2012, 16:18

Με κοίταζε προσπαθώντας να καταλάβει αν αστειευόμουν. Άλλωστε επρόκειτο για έναν παλιό καναπέ, τριμμένο και κατά περιοχές λεκιασμένο. Κι αν ο Λευτέρης ήθελε να τον πάρει μαζί του στην ξενιτιά, ήταν γιατί τον στένευε η τσέπη του και μετρούσε τις δεκαρίτσες μέχρι την τελευταία.

Άλλωστε, αν οι τσέπες του φιλαράκου μου ήταν παραφουσκωμένες, δεν θα είχε λόγο να τραβηχτεί στην Σουηδία να δουλέψει ταξί. Με πίκρα άφηνε την Ελλάδα ο Λευτεράκης, ένεκα που η κρίση και η ανεργία του 'κατσαν στον σβέρκο και δεν τον αφήνουν να σηκώσει κεφάλι. Ντρέπεται και να τον ταΐζουν οι γονείς του -να πεις κιόλας πως τους περίσσευαν εκείνων τα μπικικίνια, χαλάλι, θα 'κανε την ντροπή φιλότιμο και την οργή καρτέρι...

Μικρότερος από μένα ο Λευτέρης, κοντά τα μισά μου χρόνια. Μα τον συμπάθησα τον νεαρό, και γιατί ντόμπρος και γιατί δουλευτής. Κι όταν άκουσα ότι την πήρε την απόφασή του να ξενιτευτεί για να δει ήλιου πρόσωπο, το πήρα κάπως βαριά.

Τα στοίβαξε όλα ο λευτέρης σ' ενός φίλου ενός φίλου του το φορτηγό, νταλικέρης στο πήγαιν' έλα ανά την Ευρώπη, κι έβγαλε ο ίδιος εισιτήριο με το αεροπλάνο. Στεκόταν με το 'να πόδι στο φεύγα και τ' άλλο στην Στοκχόλμη.

Πάρε ό,τι θες, ρε συ, μου κάνει κάποια στιγμή. Δεν θα χωρέσουν όλα.

Τον καναπέ! του 'πα σχεδόν χωρίς ν' αντιληφθώ κι εγώ τι του ζητούσα.

Τότε ήταν που με κοίταξε με απορία. Τι να τον κάνεις, ρε φίλε, ερείπιο είναι! Έχεις εσύ ανάγκη από τέτοιον καναπέ; Ούτε η γάτα σου δεν θα κάθεται!

Έπαιξα νευρικά στα δάχτυλα ένα ξεχασμένο από ώρα τσιγάρο. Τράβηξα τζούρα. Εντάξει, Λευτέρη, εγώ δεν έχω ανάγκη, μα θέλω να κρατήσω τον καναπέ, είπα χαμηλόφωνα. Για τ' άλλα δεν με κόφτει, μα για τούτον...

Ο Λευτέρης δεν καταλάβαινε. Με πήρε τότε το φιλότιμο και προσπάθησα να του το κάνω λιανά.

Ρε Λευτέρη, στον Θεό σου, γιατί ξενιτεύεσαι;

Τελευταία μου ευκαιρία, απάντησε ο Λευτέρης. Δουλειά! Να ζήσω σαν άνθρωπος. Μας στράγγιξαν  σε τούτη δα την κολοχώρα! Γι' αυτό ξενιτεύομαι, ρε 'συ, αλλιώς δεν την άφηνα την Ελλάδα για να τραβιέμαι στις Σουηδίες...

Κι αν... κι αν κι εκεί η φάση στραβώσει; του ρίχνω.

Πώς να στραβώσει; Σουηδία είναι αυτή. Ούτε που να το σκέπτεσαι...

Λέω, ρε παιδί μου, αν... Αν κι εκεί η κατάσταση πάρει την κάτω βόλτα και γίνει ό,τι γίνεται εδώ στην Ελλάδα μας και καείς κι εσύ με τους Σουηδούς;

Μπα, επέμενε με βλέμμα ονειροπόλο ο Λευτέρης. Αυτοί είναι βόρειοι, δεν μασάνε! Ξέρουν να κάνουν αντίσταση, αυτοί, δεν τους ξέρεις καλά.

Γι' αυτό σου λέω, ρε Λευτέρη, άσ' τον εδώ δα χάμω τον καναπέ σου. Μην σέρνεις μαζί σου την ελληνιά της δεβαριοσύνης. Μην τους κολλήσεις την ξάπλα, ρε Λευτεράκη, και χαλάσει η συνταγή της επανάστασης! Και πού θα τραβιέσαι έπειτα, τι θα κάμεις, εδώ θα ξανάρθεις με τα μούτρα κατεβασμένα μέχρι τη γη, του κάνω.

(Έφυγε τελικά ο Λευτέρης, κι απόμεινα μόνος να κοιτάζω τον λεκιασμένο του καναπέ...)


Πάνος Γιαννάκαινας

 

Μοιραστείτε αυτό το άρθρο

Άλλα Άρθρα από Editorial




cron